- Ἀριμασποί
- Ἀριμασποίone-eyedmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αριμασποί — Αρχαίος σκυθικός λαός μονοφθάλμων, κατά τον Ηρόδοτο, που τους τοποθετούσε στη σημερινή Σιβηρία· αναφέρει πως άρπαξαν από τους Γρύπες (φτερωτά τέρατα) χρυσάφι. O Στράβων λέει πως o ποιητής Αριστέας o Προκοννήσιος, που έζησε στις αρχές του 6ου αι.… … Dictionary of Greek
Ἀριμασποῖς — Ἀριμασποί one eyed masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀριμασποῖσιν — Ἀριμασποί one eyed masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀριμασπούς — Ἀριμασποί one eyed masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀριμασπῶν — Ἀριμασποί one eyed masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
АРИАСПЫ — • Ariaspae, Άριάσπαι, по толкованию Риттера (Erdkunde 8, 66), «конный народ из Арии»; иногда называются Άριμασποί. Жили в южной части Дрангианы на границе Гедросии. Прозвище Εύεργέται было отличием тех, которые оказали личную услугу… … Реальный словарь классических древностей
АРИМАСПЫ — • Arimaspi, Άριμασποί, (Neumann, Hellenen im Scythenlande, 1, 195 производит имя из монгольского языка и переводит «горцы»), сказочный народ, живший будто бы на крайнем северо востоке, у Ринейских гор, т. е., вероятно, у золотоносного … Реальный словарь классических древностей